Το μυαλό είναι σαν το αλεξίπτωτο, δουλεύει καλύτερα όταν είναι ανοιχτό.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Άλντους Χάξλεϋ, Οι Πύλες της Αντίληψης , Κάκτος 1981
Άλντους Χάξλεϋ, Κόλαση και Παράδεισος, Κάκτος 1981
Τόμας Ντε Κουίνσυ, Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου, Βελιγράδι 1977
Philip Κ. Dick, Τα Τρία Στίγματα του Πάλμερ Έντριτς, Ars Longa 1986
Μ. Horowitz-C.Palmer, Χορεύτριες στους Λαβύρινθους της Φαντασίας, Οξύ,1999
Dr Vladeta Jerotic, Misticka stanja, Vizije i Bolesti, G.Milanovac 1992
Τimothy Leary, Σχεδιασμός Θανάτου, Ελληνικά γράμματα, 1999
Για επικοινωνία με τη Μ. Κοσάνοβιτς: kosanovic@mail.com
Ανώνυμος
ΨΥΧΟΕΝΕΡΓΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΤΡΟΠΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
Γράφει η Μίλιτσα Κοσάνοβιτς (Milica Kosanovic)
Ο άνθρωπος είναι ένα από τα πιο παράξενα παιδιά της Φύσης. Είναι ένα απίστευτα πολύπλοκο πλάσμα, που κρατάει ακόμη καλά φυλαγμένα τα μυστικά του μέσα στη νευρωνική ζούγκλα του εγκεφάλου του. Τα άβατα πεδία της ψυχής του παραμένουν ανεξερεύνητα.
Οι αναμνήσεις από την εμπειρία της μήτρας, από την προγεννητική του ζωή αλλά ακόμη και οι συλλογικές μνήμες που κουβαλάει μαζί του από την αυγή της ανθρωπότητας, αναδύονται στην επιφάνεια της συνειδήσεις μόνο όταν η συνείδηση βρίσκεται σε κάποια «άλλη» κατάσταση, μετασχηματισμένη, ολοτροπική…
Στο ατομικό και συλλογικό του ασυνείδητο διατηρήθηκαν ανεξίτηλα τα ίχνη όχι μόνο της μνήμης αλλά και της επιθυμίας του να ξαναενωθεί με το απόλυτο και φυσικό νοητικό του περιβάλλον, το οποίο κοσμούν δύο καταπληκτικές αρχές: η ελευθερία και το άπειρο. Αυτή η επιθυμία για την περίφημη Unio Mystica, την ένωση με το άπειρο και με το ελεύθερο στοιχείο, των οποίων τα ίχνη κουβαλάει μέσα του, αποτελούσε ανέκαθεν αντικείμενο αναζήτησης.
Στο ατομικό και συλλογικό του ασυνείδητο διατηρήθηκαν ανεξίτηλα τα ίχνη όχι μόνο της μνήμης αλλά και της επιθυμίας του να ξαναενωθεί με το απόλυτο και φυσικό νοητικό του περιβάλλον, το οποίο κοσμούν δύο καταπληκτικές αρχές: η ελευθερία και το άπειρο. Αυτή η επιθυμία για την περίφημη Unio Mystica, την ένωση με το άπειρο και με το ελεύθερο στοιχείο, των οποίων τα ίχνη κουβαλάει μέσα του, αποτελούσε ανέκαθεν αντικείμενο αναζήτησης.
Σύμφωνα με το μεγάλο εξερευνητή της ανθρώπινης ψυχής και συνείδησης, τον ψυχίατρο Stanislav Grof: «Οι ολοτροπικές καταστάσεις χαρακτηρίζονται από δραματικές αντιληπτικές αλλοιώσεις σε όλες τις αισθητηριακές περιοχές. Όταν κλείνουμε τα μάτια, το οπτικό μας πεδίο ενδέχεται να πλημμυρίσει από εικόνες που προέρχονται από την προσωπική μας ιστορία και από το ατομικό και συλλογικό ασυνείδητο… Οι συγκινήσεις που συνδέονται με τις ολοτροπικές καταστάσεις καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα που εκτείνεται πολύ πέρα από τα όρια της καθημερινής μας εμπειρίας και κυμαίνονται από αισθήματα εκστατικής αγαλλίασης, ουράνιας ευδαιμονίας και άφατης γαλήνης μέχρι επεισόδια αββυσσώδους τρόμου, φονικού μίσους, έσχατης απελπισίας…» Ο ίδιος υποστηρίζει πως υπάρχουν πολλές αρχαίες τεχνικές που βοηθούν την πρόκληση των ολοτροπικών καταστάσεων. Από τις πιο παλιές είναι η άσκηση με την αναπνοή, οι ηχητικές τεχνολογίες (τυμπάνισμα, κροτάλισμα, χρήση ραβδιών, κουδουνιών και γκονγκ, μάντρας…), ο χορός και άλλες μορφές κίνησης (περιστροφή των δερβίσηδων, χοροί των λάμα, τάι τσι κλπ.), η κοινωνική απομόνωση, η νηστεία, η στέρηση ύπνου, ο διαλογισμός, η προσευχή και άλλες πνευματικές πρακτικές. Όμως και ψυχεδελικές φυτικές και ζωικές ουσίες, όπως χασίς, πεγιότ, τεονανακάτλ, ololiuqui, «ξύλο» της Χαβάης, το ψάρι του Ειρηνικού Kyphosus fuscus κ.α. πραγματώνουν τις ολοτροπικές καταστάσεις του νου.
Σχεδόν να μπορούμε να φανταστούμε πως ήταν αρχαϊκές εμφανίσεις του πρωτόγονου σαμανισμού πριν από δεκάδες χιλιάδες χρόνια, οι αρχαϊκές τεχνικές έκστασης που συνενώνουν τη μαγεία, το μυστικισμό και τη θρησκεία με την ευρύτερη έννοια. Τα ίχνη της ίδιας αρχαϊκής ανάγκης για έναν «στιγμιαίο μυστικισμό» (Instant Mysticism) τα εντοπίζουμε και στην προσπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου, που με την χρήση LSD, οπίου, μεσκαλίνης, μαριχουάνας ή κάποιας άλλης ψυχενεργής ουσίας προσπαθεί να φτάσει στην έκσταση. Ο σύγχρονος δυτικοποιημένος άνθρωπος δοκιμάζει συνήθως τις ψυχότροπες ουσίες σε νεαρή ηλικία, όταν δεν σκέφτεται και πολύ τις επιπτώσεις στο μέλλον του και χωρίς να έχει κάποιον έμπειρο «οδηγό» που θα τον μυήσει σ’ αυτό το σύντομο μυστικιστικό ταξίδι. Πιστεύει πως η επίδρασή αυτών των ουσιών θα απλοποιήσει και θα συντομεύσει το παλιό δρόμο του μυστικισμού, όπως είναι ο δρόμος του μοναχού ή του γιόγκι. Πιστεύει πως θα τον βοηθήσει να οξύνει την δεύτερη όρασή του και να δει τα πράγματα όπως είναι: «πιο αντικειμενικά» και «πιο αληθινά». Με δυό λόγια να «κόψει δρόμο» και να κατεβάσει γνώσεις από τα ακασικά αρχεία, χωρίς να δουλέψει με τον εαυτό του. Όμως το τίμημα είναι συνήθως πολύ ακριβό και η επιτυχία του πειράματος, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου και του βάθους των οραμάτων, είναι άμεσα εξαρτημένα από τις προηγούμενες εμπειρίες, επίπεδα και την πολυπλοκότητα του άνθρώπου που «πειραματίζεται».
Οι ψυχοενεργές ουσίες μεταβάλλουν προσωρινά, συχνά όμως δραματικά, τον τρόπο με τον οποίο βιώνει την πραγματικότητα το ανθρώπινο νευρικό σύστημα. Τα ψυχοδηλωτικά, συμπεριλαμβανομένης και της κάνναβης υψηλής ποιότητας, οξύνουν την ευαισθησία των αισθητήριων οργάνων και μετατρέπουν πολλές φορές τον λήπτη σε «αστρόπλοιο» έτοιμο προς εξερεύνηση του εσωτερικού διαστήματος. Οι ουσίες αυτές επιταχύνουν τη ροή των πληροφοριών, ενώ παράλληλα προκαλούν ένα κατακερματισμό της συνείδησης. Τα οπιοειδή (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη), έχουν αντίθετα την τάση να μεταφέρουν το λήπτη στο κέντρο-μήτρα της ύπαρξής του, κάτι που θυμίζει το πιο γλυκό όνειρο γαλήνης και ευδαιμονίας. Η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες απελευθερώνουν το σώμα από την κούραση και το πνεύμα από τις ψυχοφθόρες συναισθηματικές φορτίσεις. Όλες αυτές οι ουσίες μπορούν να δημιουργήσουν διαθέση ευφορίας, να προκαλέσουν σεξουαλικό ερεθισμό στο νευρικό σύστημα και να πυροδοτήσουν την εμφάνιση εσωτερικών οραμάτων. Ταυτόχρονα όμως μπορούν να επιφέρουν ολοκληρωτική σύγχυση σε άτομα που δεν έχουν μέτρο και τις χρησιμοποιούν αψήφιστα και χωρίς κανένα σεβασμό προς τις δυνάμεις που μπορούν να απελευθερώσουν. Στις πρωτόγονες φυλές ο σαμάνος είναι εκείνος που αναλαμβάνει προσωπικά, ως μάγος και θεραπευτής, να πειραματιστεί με τα ιερά φυτά της ενόρασης. «Ο σαμάνος αποτελεί τον συνδετικό κρίκο με τη δύναμη που κατοικεί στο ιερό φυτό: είναι ο κοσμοναύτης και ο χαρτογράφος του εσω-διαστήματος προς όφελος όλης της φυλής» (Μ.Horowitz-C.Palmer).
Δυστυχώς εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν κατάφεραν να έχουν το μέτρο ούτε να εκμεταλλευτούν τις «θεϊκές ουσίες» προς το όφελός τους. Δεν μπόρεσαν να μείνουν σε ένα πειραματικό στάδιο αλλά πέφτοντας στο δίχτυ της εξάρτησης έχασαν την ελευθερία της επιλογής, πληρώνοντας έτσι το πιο ακριβό τίμημα – με την ίδια τους τη ζωή.
ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΟΥ ΡΟΚ
Μέσα στη δική μας «στρέϊτ» καθημερινότητα και στη σκληρο-υλιστική πραγματικότητα, όταν αναφέρουμε τη λέξηψυχεδέλεια, ένα από τα πράγματα που μας έρχεται αμέσως στο νου είναι το ψυχεδελικό ροκ (psychedelic rock). Για πρώτη φορά εμφανίστηκε στην αμερικάνικη ροκ σκηνή στην δεκαετία του 1960, για να εξαπλωθεί πολύ σύντομα και στην Ευρώπη. Πρόκειται για ροκ μουσική, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένη από τις παραισθησιογόνες ή λεγόμενες «mind-expanding» ουσίες, όπως είναι η μαριχουάνα και το LSD.
Βγαίνοντας από την αφάνεια το 1966, το ψυχεδελικό ροκ έγινε το «soundtrack» μιας ευρύτερης πολιτιστικής εξερεύνησης και του λεγόμενου κινήματος των χίπις. Το επίκεντρο του αρχικά ήταν στην Δυτική Ακτή (West Coast) των ΗΠΑ, όπου οι πρώιμοι Grateful Dead ήταν ένα είδος «house band» και εμφανιζόταν στα λεγόμενα «Multimedia Happenings» και «Acid Test» του συγγραφέα Ken Kesey. Το 1967 στα Top Ten hit singles βρισκόντουσαν συγκροτήματα όπως οι Love, The Charlatans, The Doors και Jefferson Airplane. Το τελευταίο συγκρότημα με τα εντυπωσιακά κομμάτια Somebody to Love και White Rabbit σημείωσαν τεραστία επιτυχία.
Η Γκρέης Σλικ, που έγραψε το White Rabbit (το ρεφρέν του οποίου λέει «δώσε τροφή στο μυαλό σου, τα ίδια λόγια που λέει το μικρό τρωκτικό στην Αλίκη του παραμυθιού, το φίδι στην Εύα αλλά και οι απανταχού σαμάνοι στους αιώνιους αναζητητές της άλλης διάστασης»), σε μία συνέντευξη το 1967 έλεγε : «Ο κύριος λόγος που έγραψα το White Rabbit είναι γιατί έπρεπε κάποιος να βγει, επιτέλους, και να μιλήσει ανοιχτά για τα ναρκωτικά… Η Αλίκη καταλήγει σε ένα χώρο για τον οποίον οι γονείς της δεν γνωρίζουν απολύτως τίποτα. Πρέπει μόνη της να βιώσει και να κατανοήσει το χώρο αυτό». Μερικά χρόνια αργότερα η τραγουδίστρια, βλέποντας ότι πολύ άνθρωποι είχαν παρεξηγήσει τα λόγια της, συμπλήρωνε: «Δώσε τροφή στο μυαλό σου, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη κατέβασε όποιο ‘’fucking drug’’ βρεις μπροστά σου. Σημαίνει διάβασε, άκου και διάβασε!»
Στο μεταξύ, οι 13th Floor Elevators από το Τέξας έπαιξαν πολύ πιο dark, ψυχωτικό acid rock. Μετά από τα τέσσερα «εξωφρενικά» άλμπουμ, το 1969 ολοκληρώθηκε η πορεία τους. Μετά από λίγο ο πολύ καλός τους κιθαρίστας, ο Rocky Erickson, μπήκε στην ψυχιατρική κλινική. Ταυτόχρονα στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ, στη Νέα Υόρκη, οι Velvet Underground συμβόλιζαν μία μηδενιστική cool εκδοχή της ψυχεδέλειας. Ήδη γνωστά ροκ συγκροτήματα, όπως οι Beatles, εισάγουν τα ψυχεδελικά στοιχεία στη μουσική τους βγάζοντας τα πολύ γνωστά σήμερα άλμπουμ: Revolver(1966), Sgt.Pepper’s Lonely Hearts Club Band (1967) και Magical Mystery Tour (1967). Και οι Rolling Stones εμφανίστηκαν στη ψυχεδελική μουσική σκηνή όμως με το λιγότερο πετυχημένο άλμπουμ τους, το Their Satanic Majestic Request.
Ταυτόχρονα, στη βρετανική ροκ σκηνή αρχίζουν να βγαίνουν και ψυχεδελικά συγκροτήματα. Ξεχωρίζουν οι σουρεαλιστικοί και μινιμαλιστικοί Pink Floyd, που ένωσαν στην μουσική τους ένα νέο αυτοσχεδιασμό με ακουστικά πειράματα, δημιουργώντας τραγούδια πολύ μεγάλης διάρκειας. Ταυτόχρονα ενσωμάτωσαν την επιρροή της Beat ποίησης, όπως και της μοντέρνας τζαζ, αλλά αξιοποίησαν και ανατολίτικα μουσικά όργανα, όπως το ινδικό σιτάρ. Οι Pink Floyd έγιναν πολύ σύντομα ηγετικό συγκρότημα της βρετανικής σκηνής, και ακουγόταν στα πιο «in» ροκ κλαμπ του Λονδίνου, όπως ήταν το περίφημο London’s UFO Club, που προηγήθηκε από τα φεστιβάλ, όπως στο Glastonbury, και στα χάπενινγκ, όπως στο 14-Hour Technicolor Dream, που έλαβε χώρα στο ξενοδοχείο Alexandra Palace του Λονδίνου και προσέλκυσε μεγάλες διασημότητες, όπως ήταν ο John Lennon με την Yoko Ono και τον Andy Warhol.
Ο πρώτος συνθέτης και τραγουδιστής των Pink Floyd, ο Syd Barret, του οποίου η οραματική φαντασία κατέληξε τραγικά σε σχιζοφρένια, ακολούθησε με ενθουσιασμό την «ηθική της μουσικής εξερεύνησης και πειράματος». Το πρώτο τους άλμπουμ, το Τhe Piper of the Gates Dawn (1967), είναι αισθησιακό, υπνωτικό, που σε έκανε να «χάνεις το έδαφος κάτω από τα πόδια σου» και ήταν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της ψυχεδελικής εποχής. Οι υπόλοιπες δραστηριότητες της ψυχεδελικής ροκ σκηνής της Βρετανίας, αναπτύχθηκαν από τη περιθωριακή «freak» σκηνή (δηλαδή των χίπις που παίρνουν ναρκωτικά), περιλαμβάνοντας τους πρωτοποριακούς Soft Machine, τους Crazy World, The Nice και το μεγαλύτερο συνειδητά πολιτικό αναρχικό γκρουπ, οι Tomorrow. Ενώ μονάχα μερικά ψυχεδελικά συγκροτήματα διάρκεσαν περισσότερο από ένα ή δύο άλμπουμ, η επίδραση αυτού του μουσικού κινήματος έφερε ολόκληρη επανάσταση στη μόδα, στην τέχνη της αφίσας και τις ζωντανές παραστάσεις. Είχε μεγάλες επιρροές στην μετέπειτα Heavy Metal μουσική, όπως και στις Progressive και Art Rock μπάντες, που αναπτύχθηκαν από τα ψυχεδελικά συγκροτήματα, όπως οι Emerson, Lake and Palmer και οι Τangerine Dream. Περισσότερο όμως απ’ όλα η επιρροή της ψυχεδελικής ροκ μουσικής ήταν ολοφάνερη στα μετέπειτα κινήματα του Punk, Rap, Trip-hop, που είναι ένα μείγμα του Hip-hop και της σύγχρονης ψυχεδέλειας.
Για πολλούς η άνθηση του κινήματος της ψυχεδελικής υποκουλτούρας στις δεκαετίες του 1960 και 1970 δεν ήταν παρά μια μετεξέλιξη του ρομαντικού κινήματος του 19ου αιώνα, πυρήνας της οποίας ήταν η «οπιούχα κουλτούρα».
ΟΠΙΟ: ΤΟ ΝΑΡΚΩΤΙΚΟ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΚΑΙ Ο ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ
Αν κοιτάξουμε τις καλλιτεχνικές και πολιτικές ομάδες της «οπιούχας κουλτούρας» του 19ου αιώνα θα διακρίνουμε παντού τη σκιά του Τόμας ντε Κουίνσυ. Το 1804, ενώ ήταν φοιτητής της Οξφόρδης, ο νεαρός συγγραφέας πήρε για πρώτη φορά όπιο, με σκοπό να ανακουφιστεί από έναν επίμονο πονόδοντο. Το 1821 έπαιρνε καθημερινά έτοιμες «βιομηχανικές» δόσεις. Οι σύγχρονοι του Ντε Κουίνσυ έβλεπαν τον εθισμό του στο όπιο ως μια γελοία αδυναμία, που τον έφερνε σε δύσκολη θέση, εφόσον δεν μπορούσε να είναι συνεπής στα ραντεβού του ή στις προθεσμίες παραδόσεις κάποιας εργασίας του. Αλλά ο Ντε Κουίνσυ το χρησιμοποίησε και εμπορικά. Σύντομα, αφού έγραψε το βιβλίο του Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου, έγινε διάσημος ως ο «Άγγλος οπιοφάγος». Ο ίδιος στο βιβλίο του λέει: «Αν είχα καταλάβει απ’ την αρχή τη δύναμη αυτού του ναρκωτικού, όταν το έπαιρνα με σύνεση για να καταπραΰνω το νευρικό μου σύστημα, για να διεγείρω τις δυνατότητες ευχαρίστησης και να αντέχω όλο το 24ωρο σε κάθε εξωτερική πίεση, θα ξεκινούσα την οπιούχα καριέρα μου υπό το πρίσμα της αναζήτησης επιπλέον δύναμης κι ευχαρίστησης και όχι υπό το πρίσμα της συρρίκνωσης από τα μαρτύρια’.
Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου του Ντε Κουίνσυ είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο που δεν αναφέρεται μόνο στα ναρκωτικά, αλλά είναι μία αυτοβιογραφία της ρομαντικής φαντασίας: «Με κοίταξαν, με ούρλιαξαν, με σάρκασαν, με συζήτησαν μαϊμούδες, ψιττακίσκοι, κοκατούα. Λατρεύτηκα. Θυσιάστηκα. Θάφτηκα χίλια χρόνια σε πέτρινους τάφους με μούμιες και σφίγγες σε στενούς θαλάμους, στη καρδιά μιας αιώνιας πυραμίδας. Φιλήθηκα με καρκινικά φιλιά κροκοδείλων και ταραγμένος ξάπλωσα με ανείπωτα γλιτσιασμένα πράγματα ανάμεσα σε καλάμια και λάσπη…» Τα ναρκωτικά πιθανόν δεν κάνουν κάποιον καλύτερο συγγραφέα ή ζωγράφο από ότι είναι, αλλά του παρέχουν θέματα και έμπνευση τη στιγμή που τα έχει απόλυτη ανάγκη. Η χρήση όπιου για τον Ντε Κουίνση έγινε η εμπειρία πάνω στην οποία μπορούσε να ανακεφαλαιώσει και γύρω από την οποία μπορούσε να γράψει την αυτοβιογραφία του.
Το όπιο, όπως και πολλά άλλα ναρκωτικά βρίσκεται σε φυσική μορφή στο βασίλειο των φυτών. Προέρχεται από το χυμό ή τη ρητίνη της οπιούχας παπαρούνας, γνωστή ως «μήκων η υπνοφόρος». Το κύριο ενεργό συστατικό της ανακαλύφθηκε το 1807 και ονομάστηκε μορφίνη, παίρνοντας το όνομα από τον θεό Μορφέα, το θεό των ονείρων. Αυτό το ναρκωτικό προκαλεί υπνηλία και αλλαγές στην αντίληψη. Ο δρ. Tony Dickenson, νευροφαρμακολόγος του πανεπιστήμιου του Λονδίνου, χαρακτηρίζει το όπιο ως εξής: «Για να καταλάβουμε πως επιδρά στον εγκέφαλο πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στον εγκέφαλο υπάρχουν εκατομμύρια νευρικά κύτταρα που “μιλούν’’ μεταξύ τους. Επικοινωνούν μεταξύ τους με την έκκριση μιας χημικής ουσίας, που ενεργεί ως αισθητήριο νεύρο. Απ’ τη στιγμή που το αισθητήριο νεύρο εξελίσσεται, περιμένοντας την άφιξη του όπιου, η μορφίνη απλώς μιμείται τη λειτουργία των χημικών ουσιών που εκκρίνονται στον εγκέφαλο».
Ήδη στις μεσαιωνικές φαρμακοποιίες, στα πρώτα έντυπα φαρμακευτικά βιβλία, περιγράφονται οι φαρμακευτικές χρήσεις του όπιου για μια πλειάδα παθήσεων και ενοχλήσεων. Αυτός που πρώτος επινόησε τον 16ο αιώνα την παρασκευή του λάβδανου ήταν ο περιβόητος γιατρός και αποκρυφιστής Παράκελσος. Τη χρήση του διέδωσε ο άγγλος γιατρός Τόμας Σύντενχαμ γύρω στα τέλη του 17ου αιώνα. Στις αρχές του 18ου αιώνα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο περίπου 25 διαφορετικά παρασκευάσματα λάβδανου και απευθυνόταν αναλόγως στους άνδρες και γυναίκες. Η ευφορική δράση του όπιου καθώς και εθιστική του φύση δεν πέρασαν απαρατήρητες, αλλά θεωρήθηκαν και οι δύο ως παρενέργειες ήσσονος σημασίας μπροστά στα θεραπευτικά οφέλη της ουσίας. Στην βικτοριανή εποχή οι ασθένειες και οι μολύνσεις, οι πρόωροι θάνατοι αγαπημένων προσώπων, ήταν μια αναπόφευκτη πραγματικότητα για τις περισσότερες οικογένειες. Το όπιο, που το αποκαλούσαν «γιατρικό του ίδιου του θεού», ήταν μια λύση και μάλιστα ιδιαίτερα φθηνή. Ο Τόμας ντε Κουίνσυ έγραφε το 1821: «Η ευτυχία επιτρέπεται να κοστίζει τώρα μία πέννα μόνο και μπορεί άνετα να χωράει στην τσέπη ενός γιλέκου»…
ΤΙ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΟΠΙΟΥΧΑ ΣΤΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ;
Η Ελίζαμπεθ Μπάρρετ Μπράουνινγκ (Elizabeth Barret Browning, 1806-1861), εξαιτίας της κλονισμένης υγείας της, οδηγήθηκε σε πολύ νεαρή ηλικία στο όπιο, πράγμα που δεν την εμπόδισε να εξελιχθεί σε μία από τις πιο μεγάλες ποιήτριες του 19ου αιώνα. Όταν ήταν 15 ετών έπαθε ένα σοβαρό τραυματισμό στη σπονδυλική της στήλη, ο οποίος της δημιουργούσε νευρικές επιπλοκές υστερικής μορφής και γι’ αυτό το λόγο οι γιατροί της χορηγούσαν λάβδανο και μορφίνη. Η ίδια ομολόγησε το 1843: «Διακατέχομαι από έναν συγγραφικό οίστρο –θα μπορούσα να γράφω ολημερίς κι ολονυχτίς– και λαχταρώ να μείνω μόνη μου για τρεις μήνες σ’ ένα δάσος με κέδρους και καστανιές, όπου τις συχνές γουλιές μορφίνης θα διαδέχονται ώρες ποιητικής έμπνευσης».
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, όταν ρωτήθηκε εάν είναι αλήθεια ότι είναι εξαρτημένος από το όπιο απάντησε: «Κατά περιόδους γίνομαι υπερβολικά τεμπέλης ή εργατικός. Υπάρχουν εποχές όπου κάθε πνευματική άσκηση είναι μαρτύριο. Περνούν μήνες ολόκληροι που περιπλανιέμαι κι ονειροπολώ και κάποια στιγμή ξυπνώ με τη μανία της συγγραφής. Ζω συνεχώς ονειροπολώντας το μέλλον».
Τη συνήθεια του καπνίσματος όπιου στην Αμερική την έφεραν για πρώτη φορά οι Κινέζοι εργάτες που έφθαναν στο λιμάνι του Σαν Φρανσίσκο για να εργαστούν στην κατασκευή του πρώτου διηπειρωτικού σιδηροδρόμου. Σε μία-δύο δεκαετίες η Τσάιναταουν έγινε ξακουστή σε Αμερική και Ευρώπη ως η περιοχή όπου μπορούσε κανείς να βρει ή να χαρεί το εξωτικό αυτό βίτσιο. Η συγγραφέας Σάντα Λουίζ Άντερσον, στο διήγημα της An Opium Dream (1879), περιγράφει την πρώτη της εμπειρία με το όπιο, που το βρήκε στο δωμάτιο του Κινέζου της υπηρέτη: «…Δίπλα στη λάμπα βρισκόταν ένα μικρό χοντρό μπουκάλι, σχεδόν γεμάτο με αφιόνι, τον θεϊκό χυμό της παπαρούνας. Είχα τη σπάνια ευκαιρία να δοκιμάσω τις μορφεϊκές δυνάμεις του θαυμαστού φαρμάκου χωρίς να το μάθει κανείς… Έξι ή οκτώ πίπες είναι απαραίτητες για να νιώσει κανείς τα αποτελέσματα του όπιου ακόμη και ένας πρωτάρης. Μετά το σώμα μου άρχισε να γίνεται πολύ ανάλαφρο. Έμοιαζα σαν να ήμουν φτιαγμένη από αέρα παρ’ όλο που τα μάτια μου ήταν κλειστά, διέκρινα τα πάντα με αξιοθαύμαστη ευκρίνεια. “Ξεκινάμε για τους ονειρικούς παραδείσους του ντε Κουίνση”, σκέφτηκα, και συνέχισα να καπνίζω τις μαγικές μπαλίτσες…»
Η ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΧΑΣΙΣΟΠΟΤΩΝ
Στο Παρίσι του 1840-60 οι νεαροί ποιητές και συγγραφείς δοκίμαζαν όπιο και κάνναβη με μεγάλο ενθουσιασμό. Ένα παρά πολύ σημαντικό πρόσωπο εκείνης της εποχής που τον απασχολούσε παρά πολύ το θέμα της αντικειμενικής αντίληψης, ήταν ο ψυχίατρος δρ. Ζακ Ζοζέφ Μορώ ντε Τουρ. Ο ίδιος έκανε χρήση χασίς και το χορηγούσε και στους ασθενείς του προκειμένου να μελετήσει μια τεχνητή νοητική ασθένεια.
Οι μποέμ και οι καλλιτέχνες του Παρισιού βοηθούσαν ευχαρίστως. Μεταξύ των πρώτων που ήρθαν σε επαφή με το γιατρό ήταν ο 25χρονος Παριζιάνος ποιητής Σαρλ Μποντλαίρ και ο συγγραφέας Θεόφιλος Γκοτιέ. Ίδρυσαν την περίφημη Λέσχη των Χασισοποτών (Club des Hachischins), μια ομάδα καλλιτεχνών που ήταν πρόθυμοι να πειραματισθούν με το ναρκωτικό. Στη Λέσχη σύχναζαν πολλοί ποιητές, συγγραφείς, ζωγράφοι, όπως για παράδειγμα ο Ντελακρουά, ο Ζεράρ ντε Νερβάλ, ο Δουμάς, ο Μπαλζάκ κι άλλοι. Συγκεντρώνονταν μια φορά την εβδομάδα στα ανατολίτικα διακοσμημένα δωμάτια του ξενοδοχείου Πινοντάν, στις όχθες του Σηκουάνα, όπου καταβρόχθιζαν υπερβολικά μεγάλες δόσεις από ένα γλυκό, παχύρρευστο παρασκεύασμα που περιείχε χασίς.
Στη Λέσχη των Χασισοποτών ο Μποντλαίρ γνώρισε το χασίς στη μορφή που επικρατούσε εκείνη την εποχή: δεν ήταν μία ουσία που κάπνιζες, αλλά που αναρροφούσες… Συνήθως συγκεντρώνονταν νωρίς το απόγευμα, γύρω στις 5 με 6. Σερβίρονταν καφέ με χασίς και ακολουθούσε γεύμα. Έτρωγαν το χασίς πριν από το γεύμα, έτσι ώστε να αρχίσει η εμπειρία του χασισιού όταν μεταφέρονταν σε άλλη αίθουσα, μετά το γεύμα. Μετά από λίγο άρχιζαν να συμπεριφέρονται αλλοπρόσαλλα μέχρι που έπεφταν σε χαύνωση. Η συγκέντρωση έπαιρνε τέλος όταν κάποια στιγμή συνέρχονταν. Σύμφωνα με τον Γκοτιέ ο άνθρωπος μπορεί να βιώσει οποιοδήποτε βαθμό πόνου, αλλά υπάρχουν όρια στη βίωση ευτυχίας. Αυτό που του άρεσε, όταν έπαιρνε χασίς, ήταν ότι τον οδηγούσε σε πιο ακραία ευτυχία που άντεχε. Όταν τον ρώτησαν με πιο τρόπο έπαιρνε χασίς, απάντησε: «Ο δρ. Μορώ με μια σπάτουλα έβγαζε από ένα βάζο ένα κομμάτι πρασινωπής πάστας στο μέγεθος του αντίχειρα μου και έβαζε από μία κουταλιά σε κάθε πιάτο. Με την επίδραση του ναρκωτικού ένιωθα έξαψη σ’ όλο μου το σώμα και μία τρέλα με κυρίευε και μ’ άφηνε διαδοχικά, όπως χτυπάει ένα κύμα το βράχο και μετά υποχωρεί. Το μυαλό μου κατελάμβαναν οι παραισθήσεις, σαν ένας άγνωστος επισκέπτης. Κοιτούσα στο ταβάνι κι έβλεπα πολλά κεφάλια δίχως σώματα, χαρούμενα πρόσωπα με περιτριγύριζαν προκαλώντας μου ζάλη…»
Το χασίς μπορεί να ληφθεί σε πολλές διαφορετικές μορφές. Το ενεργό συστατικό του είναι ένα χημικό που ονομάζεται τετρα-υδρο-κανναβινόλη (THC). Το THC επιδρά στον εγκέφαλο αλλοιώνοντας την αντίληψη, άλλοτε την οπτική και άλλοτε την ακουστική, ενώ πολλοί χρήστες χάνουν την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Οι χασισοπότες ήταν καλλιτέχνες που θεωρούσαν τον εαυτό τους «επιστήμονες της φαντασίας». Πίστευαν ότι αποκάλυπταν ένα χώρο ζωτικού ενδιαφέροντος. Παρόλο που η εξάρτηση δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτή, η λήψη ναρκωτικών για «εκλεκτούς σκοπούς» δεν αποδοκιμαζόταν. Ο Μποντλαίρ, ισχυριζόταν ότι είχε ένα αναλυτικό ενδιαφέρον για το κρασί, το χασίς και το όπιο ως παράγοντες αυξομείωσης της φαντασίας. Παρόλο που απολάμβανε τη χρήση αυτών των ουσιών δεν πίστευε ότι αυτός ο «τεχνητός παράδεισος», όπως τον ονόμαζε ο ίδιος, είχε κάποια πραγματική αξία για την τέχνη.
ΙΕΡΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΚΑΛΙΝΗ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940 οι ψυχεδελικές έρευνες γινόταν σχεδόν αποκλειστικά με τη βοήθεια της μεσκαλίνης (το ψυχενεργό συστατικό του πεγιότ, του ιερού κάκτου για τους Ινδιάνους) και επικεντρώνονταν σχεδόν αποκλειστικά στις οπτικές ψευδαισθήσεις και τα οράματα που προκαλεί. Τα «μαγικά μανιτάρια» του Μεξικού ήταν ακόμη άγνωστα.
Όταν ο Ελβετός Άλμπερτ Χόφμαν (1943) ανακάλυψε τις ιδιότητες του LSD, τότε πραγματικά ξεκίνησε η ψυχεδελική εποχή. Το LSD (Lisergic Acid Diethylamide ή «Acid») είναι μια ημισυνθετική ουσία, που παρασκευάστηκε από τον μύκητα Ερυσιβώδη Όλυρα, και είναι ο σύγχρονος φαρμακευτικός συγγενής των φυτών ενόρασης τα οποία χρησιμοποιούν οι σαμάνοι εδώ και χιλιετίες σε θρησκευτικές και θεραπευτικές τελετές. Τις ουσίες αυτές, τη μεσκαλίνη και τη ψιλοκυβίνη, το ενεργό συστατικό των «μαγικών μανιταριών», αλλά και του LSD, οι ψυχίατροι τις ονόμασαν «ψυχοσιομιμητικά», δηλαδή που μιμούνται τα ψυχωσικά συμπτώματα.
Το 1957 ο Χάμφρυ Όσμοντ καθιέρωσε τον όρο psychedelics, δηλαδή ψυχεδελικά ή ψυχοδηλωτικά, και ο όροςψυχοσιομιμητικά υποχώρησε οριστικά από το λεξιλόγιο. Εκείνη την εποχή, ο Άλντους Χάξλεϊ μαζί με τη γυναίκα του Λώρα, πειραματίστηκαν με τη μεσκαλίνη. Ανακάλυψαν ότι υπάρχει μεγάλη ομοιότητα της χημικής σύνθεσης της μεσκαλίνης και της φυσικής, σωματικής αδρεναλίνης. Περαιτέρω έρευνα αποκάλυψε ότι το λυσεργικό οξύ έχει μία δομική σχέση με τα άλλα δύο. Μ’ άλλα λόγια, το σώμα του καθενός μας έχει την ικανότητα να παρασκευάζει χημικά προϊόντα που προκαλούν βαθιές αλλαγές στη συνείδηση.
Ο Χάξλεϊ περιέγραψε αναλυτικά τις εμπειρίες του στο περιβόητο δοκίμιό του Οι Πύλες της Αντίληψης, με το οποίο επηρέασε πολύ σημαντικά ολόκληρο το ψυχαναλυτικό και ψυχιατρικό κόσμο: «Μισή ώρα μετά που ήπια το ναρκωτικό, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι μπροστά μου χόρευαν αργά χρυσά φώτα. Λίγο αργότερα εμφανίστηκαν υπέροχες κόκκινες επιφάνειες που φούσκωναν και απλώνονταν από κάποιους λαμπρούς κόμπους ενέργειας, και πάλλονταν από μία ζωή που ακολουθούσε κάποιο σχήμα που συνέχεια άλλαζε». Έπειτα, καθώς σκεφτόταν την εμπειρία του, συμφώνησε με τον ξεχωριστό φιλόσοφο του Κέιμπριτζ, τον δρ. Κ. Ντ. Μπροντ, που έλεγε ότι η λειτουργία του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος και των αισθητήριων οργάνων, είναι κυρίως απαγορευτική και όχι παραγωγική! Το κάθε άτομο έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται σε οποιαδήποτε στιγμή, οτιδήποτε συμβαίνει σε οποιοδήποτε σημείο του σύμπαντος. Σύμφωνα με μια τέτοια θεωρία, ο Χάξλεϊ βγάζει το συμπέρασμα ότι «ο καθένας μας έχει τη δυνατότητα να είναι ένα Ελεύθερο Πνεύμα. Επειδή όμως δεν παύουμε ν’ ανήκουμε στο βασίλειο των ζώων, η δουλεία μας είναι να επιζήσουμε με κάθε τρόπο. Για να είναι δυνατή λοιπόν η βιολογική επιβίωση, το Ελεύθερο Πνεύμα πρέπει να διοχετευτεί μέσα από την βαλβίδα περιορισμού του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος». Και έτσι, σύμφωνα με τον Χάξλεϊ, έχουμε ως αποτέλεσμα η μειωμένη συνείδηση να είναι η μόνη συνείδηση που υπάρχει! «Αυτό που στη γλώσσα της θρησκείας ονομάζεται ‘’αυτός ο κόσμος’’ είναι ο κόσμος της μειωμένης συνείδησης, που εκφράζεται με τη βοήθεια της γλώσσας κι έτσι απολιθώνεται. Οι διάφοροι ‘’άλλοι κόσμοι’’ με τους οποίους μόνο από παράξενη σύμπτωση έρχονται σ’ επαφή τα ανθρώπινα όντα, είναι στοιχεία του συνόλου της συνείδησης που ανήκει στο ελεύθερο πνεύμα».
Ένα άλλο ζευγάρι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη γέννηση της ψυχεδελικής εποχής. Πρόκειται για το ζευγάρι Γουάσσον, η Βαλεντίνα Πάβλοβνα Γουάσσον (1901-1957) και ο Ρόμπερτ Γκόρντον Γουάσσον. Η Βαλεντίνα είχε εμπειρίες με τα μανιτάρια που τις κουβαλούσε από την πατρίδα της, τη Ρωσία, όπου έμαθε από πολύ νεαρή ηλικία να τα μαζεύει και να τα τρώει. Αυτή έδωσε το ερέθισμά στον σύζυγό της και δημοσιογράφο Ρόμπερτ Γουάτσον να ασχοληθεί με τους αμανίτες (παραισθησιογόνα μανιτάρια) και τη μυθολογία τους. Αυτός αργότερα αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην εθνομυκητολογία, έναν τομέα που τον έκανε διάσημο. Η διαφορετική τους στάση απέναντι στα μανιτάρια ήταν το έναυσμα για τις πολύχρονες και έντονες συζητήσεις που τους οδήγησαν σε μια εμπεριστατωμένη μελέτη του θέματος. Εισήγαγαν τους όρους «μυκητόφοβος» (mycophobe) για εκείνους που φοβούνται τα μανιτάρια και «μυκητόφιλος» (mycophile) για τους άλλους που τα αγαπούν.
Στο Μεξικό, η αυτόχθονη κουλτούρα των μανιταριών, αφού είχε κριθεί παράνομη και δαιμονική από τους κονκισταδόρες του 16ου αιώνα, κατόρθωσε να επιβιώσει μυστικά στη διάρκεια των 400 χρόνων της ισπανικής κατοχής. H Maria Sabina (1896-1985), γνωστή ως η «Κυρά των Ιερών Μανιταριών» ενσάρκωνε απόλυτα την έννοια της γυναίκας-σαμάνου. Ο προπάππος της, ο παππούς της και ο πατέρας της όλοι ήταν σαμάνοι των Μαζατέκων, που βάσιζαν τη τέχνη τους στο Τεο-νανάκατλ («σάρκα των θεών» στη γλώσσα των Αζτέκων), το ιερό μανιτάρι των Ινδιάνων του νότιου Μεξικού που δημιουργεί σε αυτόν που το καταναλώνει οπτασίες και οράματα, μεταφέροντας τον ταυτόχρονα σ’ έναν κόσμο που όλα είναι κατανοητά. Σε ηλικία τεσσάρων χρόνων η Μαρία Σαμπίνα μαζί με την αδελφή της έφαγαν για πρώτη φορά ψυλοκυβινούχα μανιτάρια στα λιβάδια έξω από το χωριό τους, στην περιφέρεια της Οαχάκα. «Ταξίδεψε με το μυαλό της σε μέρη φωτισμένα από πολύχρωμες ακτίνες και συνομίλησε με μανιταρένιες θεότητες που είχαν τη μορφή μικρών παιδιών, τα οποία της πρόσφεραν τη φιλία και τη προστασία τους». Η Μαρία Σαμπίνα παντρεύτηκε δύο φορές, γέννησε δώδεκα παιδιά και συνέχισε να εξασκεί τη μαγική της τέχνη για την οποία άλλοι την είδαν μα καχυποψία, ενώ άλλοι τη τίμησαν και της έδειξαν απεριόριστο σεβασμό.
Ο Άλντους Χάξλεϋ υποστηρίζει ότι η μεσκαλίνη για τους περισσότερους ανθρώπους είναι σχεδόν εντελώς αβλαβής. Αντίθετα με το αλκοόλ δεν οδηγεί εκείνον που την παίρνει σε εκείνο το είδος πράξεων χωρίς φραγμούς… Ένας άνθρωπος που βρίσκεται κάτω από την εμπειρία της μεσκαλίνης κοιτάζει ήσυχα τη δουλειά του, που είναι μια εμπειρία πολύ διαφωτιστική. Βεβαίως, αντίθετα με το αλκοόλ, δεν είναι γνωστές οι μακροχρόνιες συνέπειες της μεσκαλίνης στον άνθρωπο που την καταναλώνει τακτικά.
Ο ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ PHILIP Κ. DICK
Ένα αφιέρωμα στην ψυχεδέλεια χωρίς αναφορά στον Philip Κ. Dick (1928-1982) θα ήταν σίγουρα λειψό. Ο Dick ταξιδεύει στο «λαβύρινθο των νευρικών συνάψεων» σε πολλά έργα του. Σ’ αυτά υπάρχουν μεταμορφώσεις της πραγματικότητας, της συνείδησης και των απόψεων που σχετίζονται με το μέλλον της κοινωνίας. Αυτές οι μεταμορφώσεις αποδίδονται, από τους βιογράφους του, στη χρήση ναρκωτικών. Το 1973 έγραψε το βιβλίο Έρευνα στο Σκοτάδι, όπου κατέγραψε την αηδία του για τη σκηνή των ναρκωτικών στη Καλιφόρνια του 1960: «Αυτό που φοβάται περισσότερο ο μυστικός έμπορος ναρκωτικών δεν είναι ότι θα τον σκοτώσουν ή θα τον σπάσουν στο ξύλο, αλλά ότι μια μεγάλη δόση ψυχεδελικών μπορεί να παράγει μια ατέλειωτη ταινία τρόμου στο μυαλό του που θα κρατήσει σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του, ή ότι θα κάνει μία ένεση –μισή δόση ηρωίνης, μισή ουσία D– μαζί με ένα δηλητήριο όπως η στριχνίνη, που δεν θα τον σκοτώσει εντελώς, αλλά θα τον σκοτώνει αργά-αργά: ο ισόβιος εθισμός, μια ισόβια ταινία τρόμου…»
Το «σπιντ» για κάποιους καλλιτέχνες όπως ο Philip Κ. Dick, ήταν ένα εργαλείο για εντατική εργασία και όχι ένα εργαλείο του οποίου οι καταθλιπτικές παρενέργειες γίνονται ακόμη πιο επικίνδυνες, αν συνεχίζεις να παίρνεις σπιντ. Στο απόγειο της καριέρας του, στα τέλη του 1960 και αρχές του 1970, έπαιρνε, όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος, χιλιάδες αμφεταμίνες την εβδομάδα, όποιο είδος έπεφτε στα χέρια του! Κι ένας συγκάτοικός του παραδέχθηκε πως ο Philip Κ. Dick πήγαινε συχνά στο ψυγείο, όπου βρισκόταν ένα βάζο γεμάτο χάπια αμφεταμίνης, έπαιρνε από ‘κει μια χούφτα χάπια και τα κατάπινε! Είναι πάντως γεγονός πως ο Dick ένιωθε όλη τη ζωή του τρομακτικές τύψεις και ένα κενό, και ίσως αυτά τον οδήγησαν στα ναρκωτικά. Γεννήθηκε δίδυμος με ένα κοριτσάκι, τη Τζιν, και σ’ όλη του τη ζωή βασανιζόταν από το θάνατό της αδελφής του. Για αυτό φανταζόταν άλλους, εναλλακτικούς κόσμους, όπου η αδελφή του θα μπορούσε να ζήσει…
Οι εμπειρίες του πάντως με το LSD ήταν μικρές, αλλά καθοριστικές για το συγγραφικό του έργο: «Μιλούσα σαν τριπαρισμένος. Το γεγονός όμως είναι πως δοκίμασα LSD μόνο δύο φορές, τη δεύτερη μάλιστα η δόση ήταν τόσο μικρή, που μπορεί και να μην ήταν τίποτα. Την πρώτη φορά όμως ήταν μία τεράστια κάψουλα που πήρα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και τη μοιράστηκα με μία φίλη: θα πρέπει να ήταν ένα μιλιγκράμ, και την αγοράσαμε πέντε δολάρια. Πήγα κατευθείαν στη κόλαση, αυτό έγινε. Το τοπίο πάγωσε, είδα ένα σωρό ογκόλιθους γύρω μου, ακουγόταν ένας πολύ δυνατός βρόντος. Ήταν η μέρα της οργής και ο θεός με έκρινε αμαρτωλό. Αυτό κράτησε χιλιάδες χρόνια, και δεν καλυτέρευε καθόλου, μόνο γινόταν όλο και χειρότερο. Ένιωθα αφόρητο πόνο και μπορούσα να μιλήσω μόνο στα λατινικά. Αυτό ήταν πολύ ενοχλητικό, γιατί η κοπέλα που ήταν μαζί μου νόμιζε πως το έκανα για να της την σπάσω. Κλαψούριζα σα σκυλί που το άφησαν έξω στη βροχή όλη τη νύχτα, και τελικά η γυναίκα με παράτησε και έφυγε…» Ο Philip Κ. Dick παντρεύτηκε πέντε φορές(!), έκανε τρία παιδιά και η κουρασμένη καρδιά του τον πρόδωσε το Μάρτιο του 1982, σε ηλικία μόλις 54 ετών. Ο «κόσμος των τάφων», με τα αμετάβλητα αίτια κι αιτιατά, απορρόφησε ένα από τα μεγαλύτερα συγγραφικά μυαλά του 20ου αιώνα.
Σχεδόν να μπορούμε να φανταστούμε πως ήταν αρχαϊκές εμφανίσεις του πρωτόγονου σαμανισμού πριν από δεκάδες χιλιάδες χρόνια, οι αρχαϊκές τεχνικές έκστασης που συνενώνουν τη μαγεία, το μυστικισμό και τη θρησκεία με την ευρύτερη έννοια. Τα ίχνη της ίδιας αρχαϊκής ανάγκης για έναν «στιγμιαίο μυστικισμό» (Instant Mysticism) τα εντοπίζουμε και στην προσπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου, που με την χρήση LSD, οπίου, μεσκαλίνης, μαριχουάνας ή κάποιας άλλης ψυχενεργής ουσίας προσπαθεί να φτάσει στην έκσταση. Ο σύγχρονος δυτικοποιημένος άνθρωπος δοκιμάζει συνήθως τις ψυχότροπες ουσίες σε νεαρή ηλικία, όταν δεν σκέφτεται και πολύ τις επιπτώσεις στο μέλλον του και χωρίς να έχει κάποιον έμπειρο «οδηγό» που θα τον μυήσει σ’ αυτό το σύντομο μυστικιστικό ταξίδι. Πιστεύει πως η επίδρασή αυτών των ουσιών θα απλοποιήσει και θα συντομεύσει το παλιό δρόμο του μυστικισμού, όπως είναι ο δρόμος του μοναχού ή του γιόγκι. Πιστεύει πως θα τον βοηθήσει να οξύνει την δεύτερη όρασή του και να δει τα πράγματα όπως είναι: «πιο αντικειμενικά» και «πιο αληθινά». Με δυό λόγια να «κόψει δρόμο» και να κατεβάσει γνώσεις από τα ακασικά αρχεία, χωρίς να δουλέψει με τον εαυτό του. Όμως το τίμημα είναι συνήθως πολύ ακριβό και η επιτυχία του πειράματος, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου και του βάθους των οραμάτων, είναι άμεσα εξαρτημένα από τις προηγούμενες εμπειρίες, επίπεδα και την πολυπλοκότητα του άνθρώπου που «πειραματίζεται».
Οι ψυχοενεργές ουσίες μεταβάλλουν προσωρινά, συχνά όμως δραματικά, τον τρόπο με τον οποίο βιώνει την πραγματικότητα το ανθρώπινο νευρικό σύστημα. Τα ψυχοδηλωτικά, συμπεριλαμβανομένης και της κάνναβης υψηλής ποιότητας, οξύνουν την ευαισθησία των αισθητήριων οργάνων και μετατρέπουν πολλές φορές τον λήπτη σε «αστρόπλοιο» έτοιμο προς εξερεύνηση του εσωτερικού διαστήματος. Οι ουσίες αυτές επιταχύνουν τη ροή των πληροφοριών, ενώ παράλληλα προκαλούν ένα κατακερματισμό της συνείδησης. Τα οπιοειδή (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη), έχουν αντίθετα την τάση να μεταφέρουν το λήπτη στο κέντρο-μήτρα της ύπαρξής του, κάτι που θυμίζει το πιο γλυκό όνειρο γαλήνης και ευδαιμονίας. Η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες απελευθερώνουν το σώμα από την κούραση και το πνεύμα από τις ψυχοφθόρες συναισθηματικές φορτίσεις. Όλες αυτές οι ουσίες μπορούν να δημιουργήσουν διαθέση ευφορίας, να προκαλέσουν σεξουαλικό ερεθισμό στο νευρικό σύστημα και να πυροδοτήσουν την εμφάνιση εσωτερικών οραμάτων. Ταυτόχρονα όμως μπορούν να επιφέρουν ολοκληρωτική σύγχυση σε άτομα που δεν έχουν μέτρο και τις χρησιμοποιούν αψήφιστα και χωρίς κανένα σεβασμό προς τις δυνάμεις που μπορούν να απελευθερώσουν. Στις πρωτόγονες φυλές ο σαμάνος είναι εκείνος που αναλαμβάνει προσωπικά, ως μάγος και θεραπευτής, να πειραματιστεί με τα ιερά φυτά της ενόρασης. «Ο σαμάνος αποτελεί τον συνδετικό κρίκο με τη δύναμη που κατοικεί στο ιερό φυτό: είναι ο κοσμοναύτης και ο χαρτογράφος του εσω-διαστήματος προς όφελος όλης της φυλής» (Μ.Horowitz-C.Palmer).
Δυστυχώς εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν κατάφεραν να έχουν το μέτρο ούτε να εκμεταλλευτούν τις «θεϊκές ουσίες» προς το όφελός τους. Δεν μπόρεσαν να μείνουν σε ένα πειραματικό στάδιο αλλά πέφτοντας στο δίχτυ της εξάρτησης έχασαν την ελευθερία της επιλογής, πληρώνοντας έτσι το πιο ακριβό τίμημα – με την ίδια τους τη ζωή.
ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΟΥ ΡΟΚ
Μέσα στη δική μας «στρέϊτ» καθημερινότητα και στη σκληρο-υλιστική πραγματικότητα, όταν αναφέρουμε τη λέξηψυχεδέλεια, ένα από τα πράγματα που μας έρχεται αμέσως στο νου είναι το ψυχεδελικό ροκ (psychedelic rock). Για πρώτη φορά εμφανίστηκε στην αμερικάνικη ροκ σκηνή στην δεκαετία του 1960, για να εξαπλωθεί πολύ σύντομα και στην Ευρώπη. Πρόκειται για ροκ μουσική, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένη από τις παραισθησιογόνες ή λεγόμενες «mind-expanding» ουσίες, όπως είναι η μαριχουάνα και το LSD.
Βγαίνοντας από την αφάνεια το 1966, το ψυχεδελικό ροκ έγινε το «soundtrack» μιας ευρύτερης πολιτιστικής εξερεύνησης και του λεγόμενου κινήματος των χίπις. Το επίκεντρο του αρχικά ήταν στην Δυτική Ακτή (West Coast) των ΗΠΑ, όπου οι πρώιμοι Grateful Dead ήταν ένα είδος «house band» και εμφανιζόταν στα λεγόμενα «Multimedia Happenings» και «Acid Test» του συγγραφέα Ken Kesey. Το 1967 στα Top Ten hit singles βρισκόντουσαν συγκροτήματα όπως οι Love, The Charlatans, The Doors και Jefferson Airplane. Το τελευταίο συγκρότημα με τα εντυπωσιακά κομμάτια Somebody to Love και White Rabbit σημείωσαν τεραστία επιτυχία.
Η Γκρέης Σλικ, που έγραψε το White Rabbit (το ρεφρέν του οποίου λέει «δώσε τροφή στο μυαλό σου, τα ίδια λόγια που λέει το μικρό τρωκτικό στην Αλίκη του παραμυθιού, το φίδι στην Εύα αλλά και οι απανταχού σαμάνοι στους αιώνιους αναζητητές της άλλης διάστασης»), σε μία συνέντευξη το 1967 έλεγε : «Ο κύριος λόγος που έγραψα το White Rabbit είναι γιατί έπρεπε κάποιος να βγει, επιτέλους, και να μιλήσει ανοιχτά για τα ναρκωτικά… Η Αλίκη καταλήγει σε ένα χώρο για τον οποίον οι γονείς της δεν γνωρίζουν απολύτως τίποτα. Πρέπει μόνη της να βιώσει και να κατανοήσει το χώρο αυτό». Μερικά χρόνια αργότερα η τραγουδίστρια, βλέποντας ότι πολύ άνθρωποι είχαν παρεξηγήσει τα λόγια της, συμπλήρωνε: «Δώσε τροφή στο μυαλό σου, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη κατέβασε όποιο ‘’fucking drug’’ βρεις μπροστά σου. Σημαίνει διάβασε, άκου και διάβασε!»
Στο μεταξύ, οι 13th Floor Elevators από το Τέξας έπαιξαν πολύ πιο dark, ψυχωτικό acid rock. Μετά από τα τέσσερα «εξωφρενικά» άλμπουμ, το 1969 ολοκληρώθηκε η πορεία τους. Μετά από λίγο ο πολύ καλός τους κιθαρίστας, ο Rocky Erickson, μπήκε στην ψυχιατρική κλινική. Ταυτόχρονα στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ, στη Νέα Υόρκη, οι Velvet Underground συμβόλιζαν μία μηδενιστική cool εκδοχή της ψυχεδέλειας. Ήδη γνωστά ροκ συγκροτήματα, όπως οι Beatles, εισάγουν τα ψυχεδελικά στοιχεία στη μουσική τους βγάζοντας τα πολύ γνωστά σήμερα άλμπουμ: Revolver(1966), Sgt.Pepper’s Lonely Hearts Club Band (1967) και Magical Mystery Tour (1967). Και οι Rolling Stones εμφανίστηκαν στη ψυχεδελική μουσική σκηνή όμως με το λιγότερο πετυχημένο άλμπουμ τους, το Their Satanic Majestic Request.
Ταυτόχρονα, στη βρετανική ροκ σκηνή αρχίζουν να βγαίνουν και ψυχεδελικά συγκροτήματα. Ξεχωρίζουν οι σουρεαλιστικοί και μινιμαλιστικοί Pink Floyd, που ένωσαν στην μουσική τους ένα νέο αυτοσχεδιασμό με ακουστικά πειράματα, δημιουργώντας τραγούδια πολύ μεγάλης διάρκειας. Ταυτόχρονα ενσωμάτωσαν την επιρροή της Beat ποίησης, όπως και της μοντέρνας τζαζ, αλλά αξιοποίησαν και ανατολίτικα μουσικά όργανα, όπως το ινδικό σιτάρ. Οι Pink Floyd έγιναν πολύ σύντομα ηγετικό συγκρότημα της βρετανικής σκηνής, και ακουγόταν στα πιο «in» ροκ κλαμπ του Λονδίνου, όπως ήταν το περίφημο London’s UFO Club, που προηγήθηκε από τα φεστιβάλ, όπως στο Glastonbury, και στα χάπενινγκ, όπως στο 14-Hour Technicolor Dream, που έλαβε χώρα στο ξενοδοχείο Alexandra Palace του Λονδίνου και προσέλκυσε μεγάλες διασημότητες, όπως ήταν ο John Lennon με την Yoko Ono και τον Andy Warhol.
Ο πρώτος συνθέτης και τραγουδιστής των Pink Floyd, ο Syd Barret, του οποίου η οραματική φαντασία κατέληξε τραγικά σε σχιζοφρένια, ακολούθησε με ενθουσιασμό την «ηθική της μουσικής εξερεύνησης και πειράματος». Το πρώτο τους άλμπουμ, το Τhe Piper of the Gates Dawn (1967), είναι αισθησιακό, υπνωτικό, που σε έκανε να «χάνεις το έδαφος κάτω από τα πόδια σου» και ήταν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της ψυχεδελικής εποχής. Οι υπόλοιπες δραστηριότητες της ψυχεδελικής ροκ σκηνής της Βρετανίας, αναπτύχθηκαν από τη περιθωριακή «freak» σκηνή (δηλαδή των χίπις που παίρνουν ναρκωτικά), περιλαμβάνοντας τους πρωτοποριακούς Soft Machine, τους Crazy World, The Nice και το μεγαλύτερο συνειδητά πολιτικό αναρχικό γκρουπ, οι Tomorrow. Ενώ μονάχα μερικά ψυχεδελικά συγκροτήματα διάρκεσαν περισσότερο από ένα ή δύο άλμπουμ, η επίδραση αυτού του μουσικού κινήματος έφερε ολόκληρη επανάσταση στη μόδα, στην τέχνη της αφίσας και τις ζωντανές παραστάσεις. Είχε μεγάλες επιρροές στην μετέπειτα Heavy Metal μουσική, όπως και στις Progressive και Art Rock μπάντες, που αναπτύχθηκαν από τα ψυχεδελικά συγκροτήματα, όπως οι Emerson, Lake and Palmer και οι Τangerine Dream. Περισσότερο όμως απ’ όλα η επιρροή της ψυχεδελικής ροκ μουσικής ήταν ολοφάνερη στα μετέπειτα κινήματα του Punk, Rap, Trip-hop, που είναι ένα μείγμα του Hip-hop και της σύγχρονης ψυχεδέλειας.
Για πολλούς η άνθηση του κινήματος της ψυχεδελικής υποκουλτούρας στις δεκαετίες του 1960 και 1970 δεν ήταν παρά μια μετεξέλιξη του ρομαντικού κινήματος του 19ου αιώνα, πυρήνας της οποίας ήταν η «οπιούχα κουλτούρα».
ΟΠΙΟ: ΤΟ ΝΑΡΚΩΤΙΚΟ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΚΑΙ Ο ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ
Αν κοιτάξουμε τις καλλιτεχνικές και πολιτικές ομάδες της «οπιούχας κουλτούρας» του 19ου αιώνα θα διακρίνουμε παντού τη σκιά του Τόμας ντε Κουίνσυ. Το 1804, ενώ ήταν φοιτητής της Οξφόρδης, ο νεαρός συγγραφέας πήρε για πρώτη φορά όπιο, με σκοπό να ανακουφιστεί από έναν επίμονο πονόδοντο. Το 1821 έπαιρνε καθημερινά έτοιμες «βιομηχανικές» δόσεις. Οι σύγχρονοι του Ντε Κουίνσυ έβλεπαν τον εθισμό του στο όπιο ως μια γελοία αδυναμία, που τον έφερνε σε δύσκολη θέση, εφόσον δεν μπορούσε να είναι συνεπής στα ραντεβού του ή στις προθεσμίες παραδόσεις κάποιας εργασίας του. Αλλά ο Ντε Κουίνσυ το χρησιμοποίησε και εμπορικά. Σύντομα, αφού έγραψε το βιβλίο του Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου, έγινε διάσημος ως ο «Άγγλος οπιοφάγος». Ο ίδιος στο βιβλίο του λέει: «Αν είχα καταλάβει απ’ την αρχή τη δύναμη αυτού του ναρκωτικού, όταν το έπαιρνα με σύνεση για να καταπραΰνω το νευρικό μου σύστημα, για να διεγείρω τις δυνατότητες ευχαρίστησης και να αντέχω όλο το 24ωρο σε κάθε εξωτερική πίεση, θα ξεκινούσα την οπιούχα καριέρα μου υπό το πρίσμα της αναζήτησης επιπλέον δύναμης κι ευχαρίστησης και όχι υπό το πρίσμα της συρρίκνωσης από τα μαρτύρια’.
Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου του Ντε Κουίνσυ είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο που δεν αναφέρεται μόνο στα ναρκωτικά, αλλά είναι μία αυτοβιογραφία της ρομαντικής φαντασίας: «Με κοίταξαν, με ούρλιαξαν, με σάρκασαν, με συζήτησαν μαϊμούδες, ψιττακίσκοι, κοκατούα. Λατρεύτηκα. Θυσιάστηκα. Θάφτηκα χίλια χρόνια σε πέτρινους τάφους με μούμιες και σφίγγες σε στενούς θαλάμους, στη καρδιά μιας αιώνιας πυραμίδας. Φιλήθηκα με καρκινικά φιλιά κροκοδείλων και ταραγμένος ξάπλωσα με ανείπωτα γλιτσιασμένα πράγματα ανάμεσα σε καλάμια και λάσπη…» Τα ναρκωτικά πιθανόν δεν κάνουν κάποιον καλύτερο συγγραφέα ή ζωγράφο από ότι είναι, αλλά του παρέχουν θέματα και έμπνευση τη στιγμή που τα έχει απόλυτη ανάγκη. Η χρήση όπιου για τον Ντε Κουίνση έγινε η εμπειρία πάνω στην οποία μπορούσε να ανακεφαλαιώσει και γύρω από την οποία μπορούσε να γράψει την αυτοβιογραφία του.
Το όπιο, όπως και πολλά άλλα ναρκωτικά βρίσκεται σε φυσική μορφή στο βασίλειο των φυτών. Προέρχεται από το χυμό ή τη ρητίνη της οπιούχας παπαρούνας, γνωστή ως «μήκων η υπνοφόρος». Το κύριο ενεργό συστατικό της ανακαλύφθηκε το 1807 και ονομάστηκε μορφίνη, παίρνοντας το όνομα από τον θεό Μορφέα, το θεό των ονείρων. Αυτό το ναρκωτικό προκαλεί υπνηλία και αλλαγές στην αντίληψη. Ο δρ. Tony Dickenson, νευροφαρμακολόγος του πανεπιστήμιου του Λονδίνου, χαρακτηρίζει το όπιο ως εξής: «Για να καταλάβουμε πως επιδρά στον εγκέφαλο πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στον εγκέφαλο υπάρχουν εκατομμύρια νευρικά κύτταρα που “μιλούν’’ μεταξύ τους. Επικοινωνούν μεταξύ τους με την έκκριση μιας χημικής ουσίας, που ενεργεί ως αισθητήριο νεύρο. Απ’ τη στιγμή που το αισθητήριο νεύρο εξελίσσεται, περιμένοντας την άφιξη του όπιου, η μορφίνη απλώς μιμείται τη λειτουργία των χημικών ουσιών που εκκρίνονται στον εγκέφαλο».
Ήδη στις μεσαιωνικές φαρμακοποιίες, στα πρώτα έντυπα φαρμακευτικά βιβλία, περιγράφονται οι φαρμακευτικές χρήσεις του όπιου για μια πλειάδα παθήσεων και ενοχλήσεων. Αυτός που πρώτος επινόησε τον 16ο αιώνα την παρασκευή του λάβδανου ήταν ο περιβόητος γιατρός και αποκρυφιστής Παράκελσος. Τη χρήση του διέδωσε ο άγγλος γιατρός Τόμας Σύντενχαμ γύρω στα τέλη του 17ου αιώνα. Στις αρχές του 18ου αιώνα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο περίπου 25 διαφορετικά παρασκευάσματα λάβδανου και απευθυνόταν αναλόγως στους άνδρες και γυναίκες. Η ευφορική δράση του όπιου καθώς και εθιστική του φύση δεν πέρασαν απαρατήρητες, αλλά θεωρήθηκαν και οι δύο ως παρενέργειες ήσσονος σημασίας μπροστά στα θεραπευτικά οφέλη της ουσίας. Στην βικτοριανή εποχή οι ασθένειες και οι μολύνσεις, οι πρόωροι θάνατοι αγαπημένων προσώπων, ήταν μια αναπόφευκτη πραγματικότητα για τις περισσότερες οικογένειες. Το όπιο, που το αποκαλούσαν «γιατρικό του ίδιου του θεού», ήταν μια λύση και μάλιστα ιδιαίτερα φθηνή. Ο Τόμας ντε Κουίνσυ έγραφε το 1821: «Η ευτυχία επιτρέπεται να κοστίζει τώρα μία πέννα μόνο και μπορεί άνετα να χωράει στην τσέπη ενός γιλέκου»…
ΤΙ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΟΠΙΟΥΧΑ ΣΤΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ;
Η Ελίζαμπεθ Μπάρρετ Μπράουνινγκ (Elizabeth Barret Browning, 1806-1861), εξαιτίας της κλονισμένης υγείας της, οδηγήθηκε σε πολύ νεαρή ηλικία στο όπιο, πράγμα που δεν την εμπόδισε να εξελιχθεί σε μία από τις πιο μεγάλες ποιήτριες του 19ου αιώνα. Όταν ήταν 15 ετών έπαθε ένα σοβαρό τραυματισμό στη σπονδυλική της στήλη, ο οποίος της δημιουργούσε νευρικές επιπλοκές υστερικής μορφής και γι’ αυτό το λόγο οι γιατροί της χορηγούσαν λάβδανο και μορφίνη. Η ίδια ομολόγησε το 1843: «Διακατέχομαι από έναν συγγραφικό οίστρο –θα μπορούσα να γράφω ολημερίς κι ολονυχτίς– και λαχταρώ να μείνω μόνη μου για τρεις μήνες σ’ ένα δάσος με κέδρους και καστανιές, όπου τις συχνές γουλιές μορφίνης θα διαδέχονται ώρες ποιητικής έμπνευσης».
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, όταν ρωτήθηκε εάν είναι αλήθεια ότι είναι εξαρτημένος από το όπιο απάντησε: «Κατά περιόδους γίνομαι υπερβολικά τεμπέλης ή εργατικός. Υπάρχουν εποχές όπου κάθε πνευματική άσκηση είναι μαρτύριο. Περνούν μήνες ολόκληροι που περιπλανιέμαι κι ονειροπολώ και κάποια στιγμή ξυπνώ με τη μανία της συγγραφής. Ζω συνεχώς ονειροπολώντας το μέλλον».
Τη συνήθεια του καπνίσματος όπιου στην Αμερική την έφεραν για πρώτη φορά οι Κινέζοι εργάτες που έφθαναν στο λιμάνι του Σαν Φρανσίσκο για να εργαστούν στην κατασκευή του πρώτου διηπειρωτικού σιδηροδρόμου. Σε μία-δύο δεκαετίες η Τσάιναταουν έγινε ξακουστή σε Αμερική και Ευρώπη ως η περιοχή όπου μπορούσε κανείς να βρει ή να χαρεί το εξωτικό αυτό βίτσιο. Η συγγραφέας Σάντα Λουίζ Άντερσον, στο διήγημα της An Opium Dream (1879), περιγράφει την πρώτη της εμπειρία με το όπιο, που το βρήκε στο δωμάτιο του Κινέζου της υπηρέτη: «…Δίπλα στη λάμπα βρισκόταν ένα μικρό χοντρό μπουκάλι, σχεδόν γεμάτο με αφιόνι, τον θεϊκό χυμό της παπαρούνας. Είχα τη σπάνια ευκαιρία να δοκιμάσω τις μορφεϊκές δυνάμεις του θαυμαστού φαρμάκου χωρίς να το μάθει κανείς… Έξι ή οκτώ πίπες είναι απαραίτητες για να νιώσει κανείς τα αποτελέσματα του όπιου ακόμη και ένας πρωτάρης. Μετά το σώμα μου άρχισε να γίνεται πολύ ανάλαφρο. Έμοιαζα σαν να ήμουν φτιαγμένη από αέρα παρ’ όλο που τα μάτια μου ήταν κλειστά, διέκρινα τα πάντα με αξιοθαύμαστη ευκρίνεια. “Ξεκινάμε για τους ονειρικούς παραδείσους του ντε Κουίνση”, σκέφτηκα, και συνέχισα να καπνίζω τις μαγικές μπαλίτσες…»
Η ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΧΑΣΙΣΟΠΟΤΩΝ
Στο Παρίσι του 1840-60 οι νεαροί ποιητές και συγγραφείς δοκίμαζαν όπιο και κάνναβη με μεγάλο ενθουσιασμό. Ένα παρά πολύ σημαντικό πρόσωπο εκείνης της εποχής που τον απασχολούσε παρά πολύ το θέμα της αντικειμενικής αντίληψης, ήταν ο ψυχίατρος δρ. Ζακ Ζοζέφ Μορώ ντε Τουρ. Ο ίδιος έκανε χρήση χασίς και το χορηγούσε και στους ασθενείς του προκειμένου να μελετήσει μια τεχνητή νοητική ασθένεια.
Οι μποέμ και οι καλλιτέχνες του Παρισιού βοηθούσαν ευχαρίστως. Μεταξύ των πρώτων που ήρθαν σε επαφή με το γιατρό ήταν ο 25χρονος Παριζιάνος ποιητής Σαρλ Μποντλαίρ και ο συγγραφέας Θεόφιλος Γκοτιέ. Ίδρυσαν την περίφημη Λέσχη των Χασισοποτών (Club des Hachischins), μια ομάδα καλλιτεχνών που ήταν πρόθυμοι να πειραματισθούν με το ναρκωτικό. Στη Λέσχη σύχναζαν πολλοί ποιητές, συγγραφείς, ζωγράφοι, όπως για παράδειγμα ο Ντελακρουά, ο Ζεράρ ντε Νερβάλ, ο Δουμάς, ο Μπαλζάκ κι άλλοι. Συγκεντρώνονταν μια φορά την εβδομάδα στα ανατολίτικα διακοσμημένα δωμάτια του ξενοδοχείου Πινοντάν, στις όχθες του Σηκουάνα, όπου καταβρόχθιζαν υπερβολικά μεγάλες δόσεις από ένα γλυκό, παχύρρευστο παρασκεύασμα που περιείχε χασίς.
Στη Λέσχη των Χασισοποτών ο Μποντλαίρ γνώρισε το χασίς στη μορφή που επικρατούσε εκείνη την εποχή: δεν ήταν μία ουσία που κάπνιζες, αλλά που αναρροφούσες… Συνήθως συγκεντρώνονταν νωρίς το απόγευμα, γύρω στις 5 με 6. Σερβίρονταν καφέ με χασίς και ακολουθούσε γεύμα. Έτρωγαν το χασίς πριν από το γεύμα, έτσι ώστε να αρχίσει η εμπειρία του χασισιού όταν μεταφέρονταν σε άλλη αίθουσα, μετά το γεύμα. Μετά από λίγο άρχιζαν να συμπεριφέρονται αλλοπρόσαλλα μέχρι που έπεφταν σε χαύνωση. Η συγκέντρωση έπαιρνε τέλος όταν κάποια στιγμή συνέρχονταν. Σύμφωνα με τον Γκοτιέ ο άνθρωπος μπορεί να βιώσει οποιοδήποτε βαθμό πόνου, αλλά υπάρχουν όρια στη βίωση ευτυχίας. Αυτό που του άρεσε, όταν έπαιρνε χασίς, ήταν ότι τον οδηγούσε σε πιο ακραία ευτυχία που άντεχε. Όταν τον ρώτησαν με πιο τρόπο έπαιρνε χασίς, απάντησε: «Ο δρ. Μορώ με μια σπάτουλα έβγαζε από ένα βάζο ένα κομμάτι πρασινωπής πάστας στο μέγεθος του αντίχειρα μου και έβαζε από μία κουταλιά σε κάθε πιάτο. Με την επίδραση του ναρκωτικού ένιωθα έξαψη σ’ όλο μου το σώμα και μία τρέλα με κυρίευε και μ’ άφηνε διαδοχικά, όπως χτυπάει ένα κύμα το βράχο και μετά υποχωρεί. Το μυαλό μου κατελάμβαναν οι παραισθήσεις, σαν ένας άγνωστος επισκέπτης. Κοιτούσα στο ταβάνι κι έβλεπα πολλά κεφάλια δίχως σώματα, χαρούμενα πρόσωπα με περιτριγύριζαν προκαλώντας μου ζάλη…»
Το χασίς μπορεί να ληφθεί σε πολλές διαφορετικές μορφές. Το ενεργό συστατικό του είναι ένα χημικό που ονομάζεται τετρα-υδρο-κανναβινόλη (THC). Το THC επιδρά στον εγκέφαλο αλλοιώνοντας την αντίληψη, άλλοτε την οπτική και άλλοτε την ακουστική, ενώ πολλοί χρήστες χάνουν την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Οι χασισοπότες ήταν καλλιτέχνες που θεωρούσαν τον εαυτό τους «επιστήμονες της φαντασίας». Πίστευαν ότι αποκάλυπταν ένα χώρο ζωτικού ενδιαφέροντος. Παρόλο που η εξάρτηση δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτή, η λήψη ναρκωτικών για «εκλεκτούς σκοπούς» δεν αποδοκιμαζόταν. Ο Μποντλαίρ, ισχυριζόταν ότι είχε ένα αναλυτικό ενδιαφέρον για το κρασί, το χασίς και το όπιο ως παράγοντες αυξομείωσης της φαντασίας. Παρόλο που απολάμβανε τη χρήση αυτών των ουσιών δεν πίστευε ότι αυτός ο «τεχνητός παράδεισος», όπως τον ονόμαζε ο ίδιος, είχε κάποια πραγματική αξία για την τέχνη.
ΙΕΡΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΚΑΛΙΝΗ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940 οι ψυχεδελικές έρευνες γινόταν σχεδόν αποκλειστικά με τη βοήθεια της μεσκαλίνης (το ψυχενεργό συστατικό του πεγιότ, του ιερού κάκτου για τους Ινδιάνους) και επικεντρώνονταν σχεδόν αποκλειστικά στις οπτικές ψευδαισθήσεις και τα οράματα που προκαλεί. Τα «μαγικά μανιτάρια» του Μεξικού ήταν ακόμη άγνωστα.
Όταν ο Ελβετός Άλμπερτ Χόφμαν (1943) ανακάλυψε τις ιδιότητες του LSD, τότε πραγματικά ξεκίνησε η ψυχεδελική εποχή. Το LSD (Lisergic Acid Diethylamide ή «Acid») είναι μια ημισυνθετική ουσία, που παρασκευάστηκε από τον μύκητα Ερυσιβώδη Όλυρα, και είναι ο σύγχρονος φαρμακευτικός συγγενής των φυτών ενόρασης τα οποία χρησιμοποιούν οι σαμάνοι εδώ και χιλιετίες σε θρησκευτικές και θεραπευτικές τελετές. Τις ουσίες αυτές, τη μεσκαλίνη και τη ψιλοκυβίνη, το ενεργό συστατικό των «μαγικών μανιταριών», αλλά και του LSD, οι ψυχίατροι τις ονόμασαν «ψυχοσιομιμητικά», δηλαδή που μιμούνται τα ψυχωσικά συμπτώματα.
Το 1957 ο Χάμφρυ Όσμοντ καθιέρωσε τον όρο psychedelics, δηλαδή ψυχεδελικά ή ψυχοδηλωτικά, και ο όροςψυχοσιομιμητικά υποχώρησε οριστικά από το λεξιλόγιο. Εκείνη την εποχή, ο Άλντους Χάξλεϊ μαζί με τη γυναίκα του Λώρα, πειραματίστηκαν με τη μεσκαλίνη. Ανακάλυψαν ότι υπάρχει μεγάλη ομοιότητα της χημικής σύνθεσης της μεσκαλίνης και της φυσικής, σωματικής αδρεναλίνης. Περαιτέρω έρευνα αποκάλυψε ότι το λυσεργικό οξύ έχει μία δομική σχέση με τα άλλα δύο. Μ’ άλλα λόγια, το σώμα του καθενός μας έχει την ικανότητα να παρασκευάζει χημικά προϊόντα που προκαλούν βαθιές αλλαγές στη συνείδηση.
Ο Χάξλεϊ περιέγραψε αναλυτικά τις εμπειρίες του στο περιβόητο δοκίμιό του Οι Πύλες της Αντίληψης, με το οποίο επηρέασε πολύ σημαντικά ολόκληρο το ψυχαναλυτικό και ψυχιατρικό κόσμο: «Μισή ώρα μετά που ήπια το ναρκωτικό, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι μπροστά μου χόρευαν αργά χρυσά φώτα. Λίγο αργότερα εμφανίστηκαν υπέροχες κόκκινες επιφάνειες που φούσκωναν και απλώνονταν από κάποιους λαμπρούς κόμπους ενέργειας, και πάλλονταν από μία ζωή που ακολουθούσε κάποιο σχήμα που συνέχεια άλλαζε». Έπειτα, καθώς σκεφτόταν την εμπειρία του, συμφώνησε με τον ξεχωριστό φιλόσοφο του Κέιμπριτζ, τον δρ. Κ. Ντ. Μπροντ, που έλεγε ότι η λειτουργία του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος και των αισθητήριων οργάνων, είναι κυρίως απαγορευτική και όχι παραγωγική! Το κάθε άτομο έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται σε οποιαδήποτε στιγμή, οτιδήποτε συμβαίνει σε οποιοδήποτε σημείο του σύμπαντος. Σύμφωνα με μια τέτοια θεωρία, ο Χάξλεϊ βγάζει το συμπέρασμα ότι «ο καθένας μας έχει τη δυνατότητα να είναι ένα Ελεύθερο Πνεύμα. Επειδή όμως δεν παύουμε ν’ ανήκουμε στο βασίλειο των ζώων, η δουλεία μας είναι να επιζήσουμε με κάθε τρόπο. Για να είναι δυνατή λοιπόν η βιολογική επιβίωση, το Ελεύθερο Πνεύμα πρέπει να διοχετευτεί μέσα από την βαλβίδα περιορισμού του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος». Και έτσι, σύμφωνα με τον Χάξλεϊ, έχουμε ως αποτέλεσμα η μειωμένη συνείδηση να είναι η μόνη συνείδηση που υπάρχει! «Αυτό που στη γλώσσα της θρησκείας ονομάζεται ‘’αυτός ο κόσμος’’ είναι ο κόσμος της μειωμένης συνείδησης, που εκφράζεται με τη βοήθεια της γλώσσας κι έτσι απολιθώνεται. Οι διάφοροι ‘’άλλοι κόσμοι’’ με τους οποίους μόνο από παράξενη σύμπτωση έρχονται σ’ επαφή τα ανθρώπινα όντα, είναι στοιχεία του συνόλου της συνείδησης που ανήκει στο ελεύθερο πνεύμα».
Ένα άλλο ζευγάρι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη γέννηση της ψυχεδελικής εποχής. Πρόκειται για το ζευγάρι Γουάσσον, η Βαλεντίνα Πάβλοβνα Γουάσσον (1901-1957) και ο Ρόμπερτ Γκόρντον Γουάσσον. Η Βαλεντίνα είχε εμπειρίες με τα μανιτάρια που τις κουβαλούσε από την πατρίδα της, τη Ρωσία, όπου έμαθε από πολύ νεαρή ηλικία να τα μαζεύει και να τα τρώει. Αυτή έδωσε το ερέθισμά στον σύζυγό της και δημοσιογράφο Ρόμπερτ Γουάτσον να ασχοληθεί με τους αμανίτες (παραισθησιογόνα μανιτάρια) και τη μυθολογία τους. Αυτός αργότερα αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην εθνομυκητολογία, έναν τομέα που τον έκανε διάσημο. Η διαφορετική τους στάση απέναντι στα μανιτάρια ήταν το έναυσμα για τις πολύχρονες και έντονες συζητήσεις που τους οδήγησαν σε μια εμπεριστατωμένη μελέτη του θέματος. Εισήγαγαν τους όρους «μυκητόφοβος» (mycophobe) για εκείνους που φοβούνται τα μανιτάρια και «μυκητόφιλος» (mycophile) για τους άλλους που τα αγαπούν.
Στο Μεξικό, η αυτόχθονη κουλτούρα των μανιταριών, αφού είχε κριθεί παράνομη και δαιμονική από τους κονκισταδόρες του 16ου αιώνα, κατόρθωσε να επιβιώσει μυστικά στη διάρκεια των 400 χρόνων της ισπανικής κατοχής. H Maria Sabina (1896-1985), γνωστή ως η «Κυρά των Ιερών Μανιταριών» ενσάρκωνε απόλυτα την έννοια της γυναίκας-σαμάνου. Ο προπάππος της, ο παππούς της και ο πατέρας της όλοι ήταν σαμάνοι των Μαζατέκων, που βάσιζαν τη τέχνη τους στο Τεο-νανάκατλ («σάρκα των θεών» στη γλώσσα των Αζτέκων), το ιερό μανιτάρι των Ινδιάνων του νότιου Μεξικού που δημιουργεί σε αυτόν που το καταναλώνει οπτασίες και οράματα, μεταφέροντας τον ταυτόχρονα σ’ έναν κόσμο που όλα είναι κατανοητά. Σε ηλικία τεσσάρων χρόνων η Μαρία Σαμπίνα μαζί με την αδελφή της έφαγαν για πρώτη φορά ψυλοκυβινούχα μανιτάρια στα λιβάδια έξω από το χωριό τους, στην περιφέρεια της Οαχάκα. «Ταξίδεψε με το μυαλό της σε μέρη φωτισμένα από πολύχρωμες ακτίνες και συνομίλησε με μανιταρένιες θεότητες που είχαν τη μορφή μικρών παιδιών, τα οποία της πρόσφεραν τη φιλία και τη προστασία τους». Η Μαρία Σαμπίνα παντρεύτηκε δύο φορές, γέννησε δώδεκα παιδιά και συνέχισε να εξασκεί τη μαγική της τέχνη για την οποία άλλοι την είδαν μα καχυποψία, ενώ άλλοι τη τίμησαν και της έδειξαν απεριόριστο σεβασμό.
Ο Άλντους Χάξλεϋ υποστηρίζει ότι η μεσκαλίνη για τους περισσότερους ανθρώπους είναι σχεδόν εντελώς αβλαβής. Αντίθετα με το αλκοόλ δεν οδηγεί εκείνον που την παίρνει σε εκείνο το είδος πράξεων χωρίς φραγμούς… Ένας άνθρωπος που βρίσκεται κάτω από την εμπειρία της μεσκαλίνης κοιτάζει ήσυχα τη δουλειά του, που είναι μια εμπειρία πολύ διαφωτιστική. Βεβαίως, αντίθετα με το αλκοόλ, δεν είναι γνωστές οι μακροχρόνιες συνέπειες της μεσκαλίνης στον άνθρωπο που την καταναλώνει τακτικά.
Ο ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ PHILIP Κ. DICK
Ένα αφιέρωμα στην ψυχεδέλεια χωρίς αναφορά στον Philip Κ. Dick (1928-1982) θα ήταν σίγουρα λειψό. Ο Dick ταξιδεύει στο «λαβύρινθο των νευρικών συνάψεων» σε πολλά έργα του. Σ’ αυτά υπάρχουν μεταμορφώσεις της πραγματικότητας, της συνείδησης και των απόψεων που σχετίζονται με το μέλλον της κοινωνίας. Αυτές οι μεταμορφώσεις αποδίδονται, από τους βιογράφους του, στη χρήση ναρκωτικών. Το 1973 έγραψε το βιβλίο Έρευνα στο Σκοτάδι, όπου κατέγραψε την αηδία του για τη σκηνή των ναρκωτικών στη Καλιφόρνια του 1960: «Αυτό που φοβάται περισσότερο ο μυστικός έμπορος ναρκωτικών δεν είναι ότι θα τον σκοτώσουν ή θα τον σπάσουν στο ξύλο, αλλά ότι μια μεγάλη δόση ψυχεδελικών μπορεί να παράγει μια ατέλειωτη ταινία τρόμου στο μυαλό του που θα κρατήσει σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του, ή ότι θα κάνει μία ένεση –μισή δόση ηρωίνης, μισή ουσία D– μαζί με ένα δηλητήριο όπως η στριχνίνη, που δεν θα τον σκοτώσει εντελώς, αλλά θα τον σκοτώνει αργά-αργά: ο ισόβιος εθισμός, μια ισόβια ταινία τρόμου…»
Το «σπιντ» για κάποιους καλλιτέχνες όπως ο Philip Κ. Dick, ήταν ένα εργαλείο για εντατική εργασία και όχι ένα εργαλείο του οποίου οι καταθλιπτικές παρενέργειες γίνονται ακόμη πιο επικίνδυνες, αν συνεχίζεις να παίρνεις σπιντ. Στο απόγειο της καριέρας του, στα τέλη του 1960 και αρχές του 1970, έπαιρνε, όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος, χιλιάδες αμφεταμίνες την εβδομάδα, όποιο είδος έπεφτε στα χέρια του! Κι ένας συγκάτοικός του παραδέχθηκε πως ο Philip Κ. Dick πήγαινε συχνά στο ψυγείο, όπου βρισκόταν ένα βάζο γεμάτο χάπια αμφεταμίνης, έπαιρνε από ‘κει μια χούφτα χάπια και τα κατάπινε! Είναι πάντως γεγονός πως ο Dick ένιωθε όλη τη ζωή του τρομακτικές τύψεις και ένα κενό, και ίσως αυτά τον οδήγησαν στα ναρκωτικά. Γεννήθηκε δίδυμος με ένα κοριτσάκι, τη Τζιν, και σ’ όλη του τη ζωή βασανιζόταν από το θάνατό της αδελφής του. Για αυτό φανταζόταν άλλους, εναλλακτικούς κόσμους, όπου η αδελφή του θα μπορούσε να ζήσει…
Οι εμπειρίες του πάντως με το LSD ήταν μικρές, αλλά καθοριστικές για το συγγραφικό του έργο: «Μιλούσα σαν τριπαρισμένος. Το γεγονός όμως είναι πως δοκίμασα LSD μόνο δύο φορές, τη δεύτερη μάλιστα η δόση ήταν τόσο μικρή, που μπορεί και να μην ήταν τίποτα. Την πρώτη φορά όμως ήταν μία τεράστια κάψουλα που πήρα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και τη μοιράστηκα με μία φίλη: θα πρέπει να ήταν ένα μιλιγκράμ, και την αγοράσαμε πέντε δολάρια. Πήγα κατευθείαν στη κόλαση, αυτό έγινε. Το τοπίο πάγωσε, είδα ένα σωρό ογκόλιθους γύρω μου, ακουγόταν ένας πολύ δυνατός βρόντος. Ήταν η μέρα της οργής και ο θεός με έκρινε αμαρτωλό. Αυτό κράτησε χιλιάδες χρόνια, και δεν καλυτέρευε καθόλου, μόνο γινόταν όλο και χειρότερο. Ένιωθα αφόρητο πόνο και μπορούσα να μιλήσω μόνο στα λατινικά. Αυτό ήταν πολύ ενοχλητικό, γιατί η κοπέλα που ήταν μαζί μου νόμιζε πως το έκανα για να της την σπάσω. Κλαψούριζα σα σκυλί που το άφησαν έξω στη βροχή όλη τη νύχτα, και τελικά η γυναίκα με παράτησε και έφυγε…» Ο Philip Κ. Dick παντρεύτηκε πέντε φορές(!), έκανε τρία παιδιά και η κουρασμένη καρδιά του τον πρόδωσε το Μάρτιο του 1982, σε ηλικία μόλις 54 ετών. Ο «κόσμος των τάφων», με τα αμετάβλητα αίτια κι αιτιατά, απορρόφησε ένα από τα μεγαλύτερα συγγραφικά μυαλά του 20ου αιώνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Άλντους Χάξλεϋ, Οι Πύλες της Αντίληψης , Κάκτος 1981
Άλντους Χάξλεϋ, Κόλαση και Παράδεισος, Κάκτος 1981
Τόμας Ντε Κουίνσυ, Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου, Βελιγράδι 1977
Philip Κ. Dick, Τα Τρία Στίγματα του Πάλμερ Έντριτς, Ars Longa 1986
Μ. Horowitz-C.Palmer, Χορεύτριες στους Λαβύρινθους της Φαντασίας, Οξύ,1999
Dr Vladeta Jerotic, Misticka stanja, Vizije i Bolesti, G.Milanovac 1992
Τimothy Leary, Σχεδιασμός Θανάτου, Ελληνικά γράμματα, 1999
Για επικοινωνία με τη Μ. Κοσάνοβιτς: kosanovic@mail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου